Бесплатно

Προμηθεύς Δεσμώτης

Текст
Автор:
iOSAndroidWindows Phone
Куда отправить ссылку на приложение?
Не закрывайте это окно, пока не введёте код в мобильном устройстве
ПовторитьСсылка отправлена

По требованию правообладателя эта книга недоступна для скачивания в виде файла.

Однако вы можете читать её в наших мобильных приложениях (даже без подключения к сети интернет) и онлайн на сайте ЛитРес.

Отметить прочитанной
Шрифт:Меньше АаБольше Аа
 
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Αλλοίμονό μου! κι' αλλοί!
ω βλαστοί εσείς της πολύτεκνης Τηθύος
και κόρες εκείνου που γυροφέρνει όλη
τη γη μ' ένα ανύπνωτο ρέμμα,
κόρες του Ωκεανού πατέρα,
αγναντεύτε με κ' ιδέστε με εδώ πέρα
με τι δεσμά καρφωμένος στου βράχου
τα πιο ακρινά γκρεμά εγώ μένω
φρουρός σε αζήλευτη φρουρά να στέκω.
 
ΧΟΡΟΣ
Αντιστροφή α'
 
Το βλέπω εγώ και καταχνιά στα μάτια
μεστή φόβου, πολυδάκρυτη, ω Προμηθέα,
μου ήρθε, όταν είδα στους βράχους τούτους
το κορμί σου να καρφώνεται σφιγμένο
στα δεσμά τ' αδαμάντινα, γιατί νέοι ηγεμόνες
την εξουσία του Ολύμπου έχουν και με νέους
νόμους ο Δίας παράνομα τώρα
εξουσιάζει, κι' ό,τι σεβαστό και μεγάλο
πριν ήτον, σε αφάνειαν άδοξη το ρίχνει.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Ω είθε στα έγκατα να μ' είχε πετάξει
της γης και στου Άδη του νεκροδέχτη
τον απέραντο Τάρταρο, με σκληρές αλυσίδες
δεμένον, π' ουδέ θεός ουδ' άλλος κανένας
να χαίρεται γι' αυτά εδώ τα δεινά μου!
Των ανέμων τώρα παιγνίδι έχω γίνει
και των εχθρών μου ο άμοιρος γίνηκα το περιγέλιο.
 
ΧΟΡΟΣ
Στροφή β'
 
Ποιος απ' τους θεούς σκληρός είναι τόσο
που να χαίρεται στη συμφορά σου; Ποιος άλλος,
εξόν ο Δίας, δεν θλίβεται για τα δεινά σου;
Ακούραστα εκείνος θυμωμένος, με γνώμη
αλύγιστη, βασανίζει τ' ουρανού ένα τέκνο
κι' ουδέ θα πάψη πριν η καρδιά του
χορτάση ή πριν με κάποια τόλμη
την αδικόπαρτη εξουσία κανείς του πάρη.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Θα χρειασθή, των θεών ο βασιληάς εμένα,
κι' ας είν' τα μέλη μου απ' τα σκληρά δεσμά βασανισμένα,
θα χρειασθή τη νέαν απόφασι να δείξω,
την που τιμές και σκήπτρο θα του αρπάξη.
Όμως με λόγια γλυκά και πειστικά αυτός τότε
δεν θα μπορέση να με σαγηνεύση,
ουδ' άγριες ποτέ θα φοβηθώ φοβέρες,
ώστε την νέαν αυτή απόφασι να καταδώσω,
πριχού απ' τα σκληρά δεσμά μου αυτά με λύση
και πριχού του μαρτυρίου μου θελήση
να πληρώση τ' αντίποινα ο ίδιος.
 
ΧΟΡΟΣ
Αντιστροφή β'
 
Τολμηρός είσαι και απ' τα πικρά σου πάθη
διόλου δεν λυγίζεις νικημένος,
μόνο τολμηρά το στόμα ανοίγεις.
Μα εμένα την ψυχή μου φόβος
για σε κατέχει, πώς θα δυνηθής
λιμένα λυτρωμού να βρης
και πώς τέρμα θα ιδής των πόνων τούτων,
που αλύγιστ' είναι η γνώμη
του γυιού του Κρόνου κ' έχει
καρδιάν αμάλαχτη.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Ότι σκληρός ο Δίας είναι κι' ότι τον εαυτό του
έχει για νόμο το γνωρίζω, μα θα γίνη
μαλακός μια μέρα, όταν το χτύπημα θα λάβη
αυτό. Και τότε ταπεινώνοντας το σκληρό πείσμα
θα κλίνη τρέχοντας σ' αγάπη και φιλία
την προθυμία μου πληρώνοντας με προθυμία.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Με λόγο ξάστερο να μου εξηγήσης όλα^
για ποιαν αιτία σ' έπιασε ο Δίας
κ' έτσι άπρεπα κι' άγρια σε βασανίζει·
'πές μας το, αν ο λόγος βλαβερός δεν σου είναι.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Πόνος για με να τα ιστορήσω και το ίδιο
πόνος να σιωπήσω· κ' έτσι κι' αλλέως είναι
δυστυχία. Αμέσως όταν οι θεοί την έχθρα
άρχισαν ανάμεσό τους κι' ανεφάνη μεταξύ τους
ο χωρισμός κι' άλλοι ήθελαν να πέση από το θρόνο
ο Κρόνος και νάναι βασιληάς ο Δίας
κι' άλλοι το ενάντιο, εξουσία αυτός ποτέ του
να μη λάβη, δεν δυνήθηκα εγώ τότε
να καταφέρω στη σωστή μου γνώμη τους Τιτάνες,
της Γης και τ' Ουρανού τα τέκνα, γιατί κάθε τρόπον
ήμερο αυτοί καταφρονώντας, ελογάριαζαν με βία
την εξουσία να λάβουν· όμως συχνά η μητέρα Θέμις
και Γαία, που μια με πολλά ονόματα είναι,
τα γραμμένα μου προμάντεψε, πως όχι
με βίαν αλλά με δόλ' ο νικητής θα λάβη
την εξουσία. Μα όσο κι' αν αυτά τους εξηγούσα,
δεν έστεργαν καθόλου να προσέξουν.
Και τότε απ' όλα πιο καλό ελόγιασα να πάρω
τη μητέρα και μαζί της να σταθώ στο πλάι
του Δία πρόθυμα. Κι' ομόγνωμα δικό του
και δικό μου βούλημα ήταν, να σκεπάση
του Ταρτάρου η σκοτεινή σπηλιά τον Κρόνο
τον πανάρχαιο μαζί μ' όλους τους δικούς του.
Κ' ενώ τέτοια καλά είχε από μένα ο ηγεμόνας
των θεών, πώς μ' ανταμείβει τώρα εσείς ιδέστε!
γιατί έτσι των βασιληάδων φυσικό είναι πάθος
στους φίλους τους δικούς των να μην έχουν πίστι.
Και τώρα το που με ρωτάτε, ποία είναι τάχα
η κατηγόρια που γι' αυτή με τιμωρεί, θα σας ξηγήσω.
Μόλις στον πατρικό του θρόνο ανέβη, αμέσως
δώρα στους θεούς έδωκε, άλλα στον καθένα,
κ' εμοίραζε σ' αυτούς το κράτος του κι' ουδένα
πόνον είχε για τους άμοιρους ανθρώπους, μόνο
εβουλήθη ολάκαιρο το γένος των να εξαφανίση
κι άλλο καινούργιο να φυτέψη. Και κανένας
σ' αυτά δεν αντεστάθη, εξόν εγώ, που μόνος
τόλμησα να λυτρώσω, τους θνητούς, μην όλοι
χαθούν και καταβούν στον Άδη· και για τούτο
τα βάσαν' αυτά μ' επλάκωσαν, που πόνο
γεμάτα είναι για με και δίνουν θλίψι εις τους άλλους.
Τους θνητούς γιατί ευσπλαχνίσθηκα δεν ηύρα
εγώ ευσπλαχνία, μόνον άσπλαχνα όπως βλέπεις
με κατάντησαν έτσι οι προσταγές του Δία.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Καρδιά θάχη από σίδερο
και θάχη πλασθή από πέτρα
όποιος δεν κλαίει τη δική σου
συμφορά, ω Προμηθέα.
Τέτοια δεινά τα μάτια μου
δεν απάντεχαν να ιδούν και τώρα
θωρώντας τα πόνεσεν η καρδιά μου.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Κ' οι εχθροί μου θωρώντας με αισθάνονται λύπη.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Μην έκαμες πιότερα κι' απ' όσα μου είπες;
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Έκαμα έγνοιαν οι θνητοί να μη έχουν του θανάτου.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Του κακού αυτού ποιο φάρμακο γι' αυτούς ευρήκες;
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Μες στης ψυχές τους τυφλές έχω βάλει ελπίδες.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Μεγάλο καλό εχάρισες σε αυτούς με τούτο.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Και τη φωτιά εγώ έδωκα σ' αυτούς ακόμα.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Και το φλογόμορφο σπέρμα οι πρόσκαιροι κατέχουν τώρα;
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Και πλήθος τέχνες απ' αυτό θα μάθουν.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Αυτή λοιπόν την κατηγόρια δίνοντας σου ο Δίας
με το ανύποπτο αυτό σε τιμωρεί μαρτύριο;
Και τα βάσανά σου τελειωμό δεν έχουν;
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Άλλον όχι παρά αν εκείνος το θελήση.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Εκείνος να θελήση; Και πώς; Γιατί το ελπίζεις;
Δεν το νοιώθεις και συ πως έσφαλες, αν και για μένα
να λέω αυτό χαρά δεν είναι και για σε είναι πόνος.
Αλλ' ας τ' αφήσωμ' αυτά και συ κάποιο τρόπο
ζήτησε αυτά τα δεσμά να σου λύση.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Δεν είναι δύσκολο όποιος στης δυστυχίες δεν είναι
με γλυκά να συμβουλεύη λόγια εκείνον
που υποφέρει. Όσα πριχού είπες όλα
εγώ τα γνώριζα, και θεληματικώς μου
έκαμα το σφάλμα, δεν τ' αρνούμαι, και γι' αγάπη
των θνητών ηύρα ο ίδιος πόνους· όμως με τέτοιες
τιμωρίες δεν απάντεχα να ξεραθώ σε τούτους
τους ψηλούς γκρεμούς, στον έρμο αυτό και άξενο βράχο
καταδικασμένος. Και σεις τα σκληρά μου μαρτύρια
μη μου κλαίτε, αλλά πάλι στη γη πατώντας ακούστε
τα δεινά που μ' ηύραν να τα μάθετε ως το τέλος όλα.
Νοιώστε, συμπονέστε το σκληρό μου μαρτύριο,
τι όμοια η συμφορά συχνοκαθίζει πλάγι
στον ένα ή στον άλλο, τριγυρνώντας ολούθε.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Όχι αθέλητα μας η φωνή σου
μας έσυρεν εδώ, ω Προμηθέα·
και νά που αλαφροπόδες
τον πολυαγάπητό μας θρόνο
και τον αιθέρα παραιτώντας,
που των πουλιών η πάναγνη είναι
στράτα, θα ζυγώσω
στους άγριους βράχους τούτους
και των βασάνων σου όλη
την ιστορία ποθώ ν' ακούσω.
 
ΩΚΕΑΝΟΣ
 
Από δρόμο μακρυνό εμπρός σου φθάνω, Προμηθέα,
το γοργόφτερο αυτό πτηνό οδηγώντας
με τη θέλησί μου μόνον, δίχως χαλινάρι,
και στη συμφορά σου μάθε άπονος δεν είμαι.
Σ' αυτό λογιάζω να με σπρώχνη και το δίκηο,
κι' όξω απ' τη γενειά μου άλλος δεν είναι
που τόση θα του είχα αγάπη όσην εσένα.
Θα ιδής πως λέω αλήθεια κι' ανωφέλευτος δεν είναι
ο γλυκός μου λόγος· σε τι χρειάζεται, πες μου
να σε βοηθήσω· τι απ' τον Ωκεανό πιο πιστό φίλο
δεν θα μπορέσης να πης ότι έχεις.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Τι μου είναι τούτο; Και συ τα βάσανά μου
ήρθες να ιδής, και πώς τ' ομώνυμό σου ρέμμα
και της θεόκτιστες και βραχόσκεπες σπηλιές σου
παραιτώντας, βάσταξε η καρδιά σου νάρθης
στη γην αυτή που του σιδήρου είν' η μητέρα;
Τα δεινά μου ήρθες να ιδής τάχα και στη δυστυχία μου
μαζί μου να πονέσης. Ιδέ κατάντια!
εμέ το φίλο του Δία, που σύμμαχός του
την εξουσία του εστερέωσα, ιδέ αυτός ο ίδιος
με ποια μαρτύρια τώρα με συντρίβει.
 
ΩΚΕΑΝΟΣ
 
Το βλέπω, Προμηθέα, κι' όσο πολύτεχνος κι' αν είσαι
θωρώ πως πρέπει εγώ το πιο καλό να σ' ορμηνέψω:
Τον ίδιο εαυτό σου να γνωρίσης κ' ήθη νέα
να λάβης όπως και νέος τ' ουρανού την εξουσία
επήρε. Γιατί, αν έτσι πειρακτικά και τραχιά λόγια
θα ξαπολάς, ίσως τ' ακούση αυτά ο Δίας.
και ψηλότερα ακόμη αν είναι απ' όπου στέκει,
και τότε το μαρτύριο που έχεις τώρα
παιγνίδι θα σου φαίνεται πως ήταν.
Μόνο για τα τωρινά δεινά, δυστυχισμένε,
μη μιλάς και λυτρωμό του κακού ζήτησε ναύρης.
Ίσως παλαιικά σου φαίνονται όσα λέγω,
αλλ' όμως τέτοια η ανταμοιβή είναι πάντα
της γλώσσας που μεγάλα λέει, ω Προμηθέα.
Περήφανος πάντα συ μπρος στα δεινά δεν σκύβεις
και πας γυρεύοντα άλλα να προσθέσης σε όσα
έχεις τώρα· μα τη συμβουλή μου ακολουθώντας,
το πόδι σου σε αγκάθια μην απλώνης.
μια που βλέπεις άγριος ηγεμόνας να ορίζη
κι' ανεξέλεγκτος. Τώρα εγώ πάω, κι' αν μου είναι
δυνατό θα δοκιμάσω απ' το μαρτύριο τούτο
να σε γλυτώσω· αλλά ήσυχος μένε και τη γλώσσα κράτα.
Εσύ που νου περίσσιον έχεις, δεν γνωρίζεις
πως γλώσσα ελεύθερη ατιμώρητη δεν μένει;
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Σε ζηλεύω που κ' εις εσέ δεν ηύραν κατηγόρια
πως τη συμφορά μου τολμάς να συμπονέσης.
Όμως τώρα έγνοια μη λάβης· γιατί ο Δίας να στέρξη
μην ελπίζης· εύκολα δεν συγχωράει εκείνος· μόνο
ιδές μη συ ο ίδιος δώθε γυρνώντας πάθης.
 
ΩΚΕΑΝΟΣ
 
Καλύτερα τους άλλους ξέρεις να διδάξης
παρά τον εαυτό σου· όπως τα έργα μου το δείχνουν
κι' όχι τα λόγια· αλλά την προθυμία τη δική μου
μην εμποδίζης· το πίστευω εγώ πως θα μου δώση ο Δίας
χάρι, απ' τα δεινά να σε λυτρώσω ετούτα.
 
ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ
 
Πάντα γι' αυτά θα σ' επαινώ κι' ουδέ θα πάψω
τον έπαινο, που τόσο δείχνεις μου καλή γνώμη·
αλλ' όμως τίποτε μην κάμης· γιατί θάναι
άσκοπο κι' ανωφέλευτο για μένα το ό,τι κάμεις.
Μόνο ήσυχος και παράμερα εσύ μένε,
γιατί εγώ δυστυχισμένος αν και είμαι, αλλ' όμως
δεν θα ήθελα γι' αυτό σε άλλους πολλούς να λάχουν
δυστυχίες· όχι, διόλου δεν θα ήθελα γιατί κ' η τύχη
του αδελφού μου του Άτλαντα με θλίβει, που ορθός στέκει
στα εσπερία μέρη και της γης και τ' ουρανού της στήλες
στους ώμους του κρατάει βάρος, που δεν μπορεί να τ' αγκαλιάση.
Και της Γης το τέκνο, τον κάτοικο των Κιλικίων άντρων,
σαν είδα εγώ, πόνεσε η ψυχή μου, εκατοκέφαλο αυτός τέρας
άγριο, πολεμικό, να πέφτη νικημένος,
ο φοβερός Τυφών, που αγνάντια σ' όλους τους θεούς αντάμα
'στάθη και φόνος σφύριζε απ' τα φριχτά του τα λαρύγγια,
και λάμψι γοργόφωτη άστραφτέ του από τα μάτια,
τότε που ήθελε την εξουσία του Δία να γκρεμίση.
Μα του Δία τον βρήκε το άγρυπνο το βέλος,
η θεόρριχτη αστραπή η φλογισμένη, που έρριξέ τον
μακρυά απ' της μεγαλόλογες φοβέρες του. Και χτυπημένος
στης καρδιάς το φράχτη, εγίνηκε όλος
στάχτη και η ορμή του εκόπηκε, ώστε τώρα
ανώφελο και παραπεταμένο το κορμί του
κοίτεται δίπλα στου πελάου το στενό, από κάτω
απ' της ρίζες της Αίτνας πλακωμένο,
και στης κορυφές της καθιστός σφυροκοπάει ολοένα
ο Ήφαιστος, ως που μιαν ημέρα να ξεσπάσουν 'κείθε
ποταμοί φωτιάς και μ' άγριες σαγόνες να ξεσχίσουν
 
Купите 3 книги одновременно и выберите четвёртую в подарок!

Чтобы воспользоваться акцией, добавьте нужные книги в корзину. Сделать это можно на странице каждой книги, либо в общем списке:

  1. Нажмите на многоточие
    рядом с книгой
  2. Выберите пункт
    «Добавить в корзину»