Бесплатно

Αμλέτος

Текст
iOSAndroidWindows Phone
Куда отправить ссылку на приложение?
Не закрывайте это окно, пока не введёте код в мобильном устройстве
ПовторитьСсылка отправлена

По требованию правообладателя эта книга недоступна для скачивания в виде файла.

Однако вы можете читать её в наших мобильных приложениях (даже без подключения к сети интернет) и онлайн на сайте ЛитРес.

Отметить прочитанной
Шрифт:Меньше АаБольше Аа
25

Κατ' αυτήν την έννοιαν μόνον αληθεύει του Goethe η κρίσις ότι «εις τον Αμλέτον εφορτώθη βάρος το οποίον αυτός ούτε να βαστάση δύναται ούτε ν' αποβάλη». Η ψυχή του σπαράσσεται βασανιζομένη από τρομακτικήν σύγκρουσιν μεταξύ του καθήκοντος προς τον εαυτόν του και της ανάγκης, την οποίαν εδέχθη ως καθήκον, να ικανοποιήση τον αδικημένον πατέρα του· ευρίσκεται απέναντι φοβερού διλήμματος ή να αναιρέση τον εαυτόν του, να διαψεύση τα ευγενέστερα, τα κυρίαρχα ιδιώματα της ψυχής του, ή να παραβή ένα νομιζόμενον καθήκον, διά να μη χάση διά πάντοτε τον ηθικόν και πνευματικόν θησαυρόν του. Το αδιέξοδον της θέσεώς του στενοχωρεί τόσον τον Αμλέτον ώστε αυτή του η αδημονία τον εισάγει εις νέαν ψυχολογικήν κατάστασιν, η οποία θα καταστήση σοβαρώτερον και δεινότερον το εσωτερικόν του μαρτύριον. Απ' αρχής το απαίσιον θέαμα ενός κόσμου εξαχρειωμένου είχε γεννήση μέσα του αίσθημα απογοητεύσεως, τον είχε βυθίση εις την μελαγχολίαν και έως ότου δεν ήταν αναγκασμένος να ζη μέσα εις την μιασματικήν εξωτερικήν ατμοσφαίραν, ο Αμλέτος ημπορούσε να καταφύγη και να εύρη ανάπαυσιν εις τον εσωτερικόν κόσμον, τον οποίον εφώτιζεν ακόμη η πίστις εις την θείαν ουσίαν της ανθρωπίνης φύσεως, η πεποίθησις εις τον υψηλόν προορισμόν της· αλλά άμα επιβλητική ανάγκη τον βάλλει εις σχέσιν με το Κακόν, του παρουσιάζει σκοτεινόν πρόβλημα, το οποίον διχάζει την διάνοιάν του και δυσοργανίζει την αρμονίαν των ψυχικών του δυνάμεων, τότε ο Αμλέτος με φρίκην πρώτην φοράν απαντά το Κακόν και μέσα εις τον καθαρόν αιθέρα του Πνεύματος, το βλέπει μέσα του υπό το σχήμα της ατελείας, της αδυναμίας, της αντινομίας, της ακατανοήτου αντιφάσεως, το αισθάνεται να πολιορκή την ψυχήν του, να σαλεύη από τα θεμέλια ολόκληρον την ηθικήν του ύπαρξιν. Ο Αμλέτος καταλαμβάνεται από πένθος καθολικόν, γίνεται απαισιόδοξος, διότι βλέπει το Κακόν να εκτείνη το κράτος του και εις τον πραγματικόν κόσμον και εις τον πνευματικόν καθώς εις την ψυχήν του Φαύστου του Goethe, εις την ψυχήν του Αμλέτου στενάζει όλος ο πόνος της ανθρωπότητος. Άρα δεν είναι αρχική προς την απαισιοδοξίαν τάσις οπού παραλύει την ενεργητικήν δύναμιν του Αμλέτου, αλλά είναι η ηθική του αμηχανία οπού δίδει τοιαύτην τροπήν εις το πνεύμα του.

26

Και ενόσω ο Ανώτατος Λόγος διατηρεί ακόμη την δύναμίν του, και απέναντι νοσηράς ψυχικής καταστάσεως και απέναντι της ορμής προς την φονικήν ανταπόδοσιν, ο Αμλέτος αποτρέπεται από άλογον δράσιν, εισέρχεται εις την φωτεινήν γραμμήν της πνευματικής ενεργείας και αυτού επιτυγχάνει εξαγόμενα υπερτάτης ηθικής σημασίας. Με το πλαστόν ήθος της παραφροσύνης χωριζόμενος από τον κοινωνικόν κύκλον στηλιτεύει το Κακόν, καυτηριάζει ενόχους συνειδήσεις, ξεσκεπάζει εις όλην την ασχημίαν των το ψεύδος, την υποκρισίαν, την χαμέρπειαν, τον δόλον και την μωρίαν· η δημιουργική του ευφυία επινοεί την σκηνικήν παράστασιν προωρισμένην να κάμη εις το πνεύμα του Κλαυδίου έκπληξιν φοβεράν, όσην δεν θα ημπορούσε να του προξενήση παρά υπερφυσική του εγκλήματος αποκάλυψις, αισθητή έμπροσθέν του εμφάνισις της θείας Δίκης· η φιλάνθρωπος τάσις του εμπνέει εις τον Αμλέτον την υψηλήν, την ενθουσιώδη ομιλίαν προς την μητέρα του· και η μεν Γελτρούδη τρέπεται εις αληθινήν μετάνοιαν και σχεδόν εξαγνίζεται, ο δε Κλαύδιος αισθάνεται μέσα του τρόμον φοβερώτερον απ' όλα τα μαρτύρια της Κολάσεως· και ούτω κατορθόνεται να αναγνωρίση του ηθικού νόμου την δύναμιν η συνείδησις εκείνων οπού τον είχαν καταπατήση.

27

Αλλά η κρίσις έπρεπε να επέλθη· εις την στιγμήν ακρατήτου αγανακτήσεως ο Αμλέτος φονεύει, διότι νομίζει ότι βάφει το ξίφος εις το αίμα του ενόχου· η ιδέα της φονικής ανταποδόσεως ενίκησεν, επραγματοποιήθη· η μυστική δύναμις, οπού την είχεν εξουδετερώση έως τώρα, δεν επρόφθασε να την εμποδίση· η εσωτερική αντίστασις εξασθενίζεται, ο Αμλέτος χάνει την ισορροπίαν, και εξερχόμενος από τον εαυτόν του εισέρχεται εις την οδόν της αλογίας· από την ευρείαν και φωτεινήν περιοχήν του κυριάρχου λόγου κατέρχεται βαθμηδόν μέσα εις τα στενά και σκοτεινά

[λείπει η σελίδα μ' (40)]

υπερφυσικόν, την μαγείαν, με το οποίον ο Πρόσπερος διευθύνει την φοράν των πραγμάτων σύμφωνα προς τον ευγενή και φιλάνθρωπον σκοπόν του. Ούτω και ο Α μ λ έ τ ο ς είναι δραματική αποκάλυψις, περιπαθής δοξολόγησις του Ιδανικού, έχει δε το ποίημα και καθολικήν σημασίαν ως πλαστική παράστασις, ως εικών συμβολική, των εποχών παρακμής, εις τας οποίας, εάν εις άτομα σώζεται ακόμη, είτε ως απομεινάρι προηγουμένης περιόδου, είτε ως προμήνυμα ερχομένης αναγεννήσεως, η συναίσθησις της μεγάλης αποστολής του ανθρώπου, τα άτομα εκείνα πίπτουν θύμα προσκαίρου εναντίας πραγματικότητος.

29

Την πνευματικήν υπόστασιν του πρωταγωνιστού θέτουν εις φως και ανυψόνουν τόσον αι συγγενείς προς αυτόν όσον και αι αντίθετοι ιδιότητες των άλλων προσώπων. Ενώ ο Αμλέτος παρουσιάζεται ως φύσις υπέροχος, πολύ ανωτέρα και μάλιστα εις αντίθεσιν της εποχής του, οποίαν την παρέστησεν ο ποιητής, τα λοιπά πρόσωπα, οπού χρησιμεύουν και ως ποιητικά όργανα προς την εξωτερικήν δραματικήν κίνησιν, ανήκουν όλα εις την εποχήν εκείνην, είναι όλα πλάσματα αυτής, όθεν και αναγκαίως έχουν ομοίαν πνευματικήν βάσιν, ομοίαν εξ αρχής κοινωνικήν ανατροφήν, με διαφοράς προερχομένας είτε από την ατομικήν ιδιότητα του χαρακτήρος, είτε από τον βαθμόν της φυσικής του καθενός αξίας, είτε από τυχαίαν άλλην μόρφωσιν. Από τοιούτον κύκλον ο Αμλέτος, και εάν δεν επαρουσιάζετο το μέγα πρόβλημα της ζωής του, δεν ήταν δυνατόν να κατανοηθή· αντί να εκτιμηθή, θα εύρισκε πανταχού αντιπάθειαν, αδιαφορίαν, αντίστασιν και καταφρόνησιν διά τούτο προς αυτόν συμπαθεί μόνον το άδολον αίσθημα του πλήθους, και, μέσα εις την ανωτέραν κοινωνίαν αναβιβάζονται έως εις αυτόν μόνον αι ψυχαί, τας οποίας δεν εδυνήθησαν να δηλητηριάσουν ο πλαστός πολιτισμός και η γενική κακοήθεια. Τοιαύτη συμπάθεια, στηριζομένη εις την αρχικήν ευγένειαν της ψυχής, γεννά εις τον Οράτιον το βαθύ της φιλίας αίσθημα και εις την Οφηλίαν τον έρωτα προς τον Αμλέτον.

30

Ο αγνός έρως της Οφηλίας βλαστάνει από τον ενθουσιασμόν τον οποίον αυτή αισθάνθη άμα εγνώρισε τα υπέροχα διανοητικά και ηθικά χαρίσματα του Αμλέτου και επίστευσεν εις τον άδολον προς αυτήν έρωτα. Η ακατάπαυστος ακτινοβόλησις εκείνης της μεγαλοφυίας θερμαίνει την ευαίσθητον καρδίαν της, ανοίγει την ωραίαν διάνοιάν της, ανυψόνει την ζωηράν φαντασίαν της· η παρθενική ψυχή της γίνεται ζωντανόν χαριτωμένον αντιφέγγισμα ενός μεγάλου και προνομιούχου πνεύματος. Και ενώ αυτή παραδίδεται εις το χρυσόν όνειρον της ευτυχίας, έξαφνα απαισία σκιά έρχεται να σκεπάση τον καθαρόν εκείνον αστέρα· εκεί οπού άλλοτε δεν έβλεπε παρά φως τώρα βλέπει σκότος βαθύ· εκεί όθεν άλλοτε άκουε τον γλυκύτατον πνευματικόν ρυθμόν τώρα ακούει τους αγρίους παρατονισμούς της παραφροσύνης, περί της οποίας αυτή δεν δύναται να αμφιβάλη, άμα βλέπει ότι ο προς αυτήν σεβασμός και η αγάπη του Αμλέτου μεταβάλλονται έξαφνα εις καταφρόνησιν και μίσος, άμα ακούει από τα χείλη του την σκληράν και βλάσφημον ερώτησιν α! α! είσαι τιμία; Εις το θέαμα τοιαύτης φρικτής ανατροπής σχίζεται η καρδία της, ο νους της ήδη κυριεύεται από παραζάλην προάγγελον του διανοητικού της ολέθρου·

 
Ωιμένα, αφανισμός μου, 'πού είδα ό,τ' είδα και οπού βλέπω
τούτα εμπρός μου!
 

Αλλά εις τον λεπτοΰφαντον οργανισμόν της φέρει το τελευταίον κτύπημα ο φόνος του πατρός της από το χέρι του αγαπημένου της, προς τον οποίον δεν της συγχωρείται πλέον να στρέψη καν το βλέμμα της διά να τον λυπηθή. Καθώς εσωτερικός αγών βαθύτατος καταστρέφει την ηθικήν ύπαρξιν του Αμλέτου, ομοίως ψυχικόν πάθημα ανέκφραστον ανατρέπει την διάνοιαν της Οφηλίας· καθώς ο Αμλέτος δεν έχει πλέον τόπον εις τούτον τον κόσμον άμα σκληρώς αποχωρίζεται από το Ιδανικόν, ομοίως η Οφηλία δεν ανήκει πλέον εις την ζωήν άμα η ατυχία την αποσπά από το αντικείμενον της λατρείας της, άμα το εξαίσιον εκείνο πλάσμα, το οποίον δι' αυτήν έχει την θέσιν του Ιδανικού, μεταβάλλεται εις κακοποιόν δαίμονα οπού την πληγόνει εις τα ιερώτερα αισθήματά της. Και αφού η διάνοια της εξαφανίσθη, δύο μόνον δυνάμεις της απομένουν, η φανταστική και η αισθηματική, και με αυτάς η Οφηλία ως πνευματοποιημένη πλέει εις την γαλήνην ωσάν μουσικού στοιχείου, οπού τονίζονται μόνον δύο αισθήματα, η λύπη διά τον θάνατον του πατρός της και η αγάπη προς τον Αμλέτον.

31

Η ανωτέρα φύσις του Αμλέτου και η κατωτέρα του Ορατίου συγγενεύουν και συναπαντώνται εις ό,τι αποτελεί την ιδιότητα των εκλεκτών ψυχών, εις το άπλαστον του χαρακτήρος και εις την έμφυτον τάσιν προς το Αγαθόν και το Αληθές, με την διάκρισιν ότι το θετικόν πνεύμα του Ορατίου, μακράν του Ιδανικού, έχει μόνους οδηγούς εις τας σκέψεις και εις τας πράξεις του την ορθόνοιαν και την αλάνθαστον φωνήν της Συνειδήσεως, και ευρίσκει τον προορισμόν του ανθρώπου εις την εκπλήρωσιν του καθήκοντος μέσα εις τα όρια της αμέσου πραγματικότητος. Η καθαρά μεν, αλλά περιωρισμένη, αντίληψίς του, αν και μη ικανή να εισχωρήση εις τα βάθη της ψυχής του Αμλέτου, όμως δεν δύναται να αμφιβάλη ότι ο εσωτερικός εκείνος αγών προέρχεται από ευγενές αίσθημα και από μεγάλην πνευματικήν υπεροχήν. Αγαπά και σέβεται τον έξοχον και ατυχή φίλον του, αλλά διατηρεί την ανεξαρτησίαν της κρίσεώς του, όθεν και δεν διστάζει να δείξη την λύπην του και την αποδοκιμασίαν του όταν τον βλέπει να παρεκτρέπεται εις ενεργείας, τας οποίας απολύτως αποκρούει η ανθρωπινή συνείδησις· κατά τούτο η ειλικρίνεια του Ορατίου αποτελεί απότομον αντίθεσιν προς την τυφλήν δουλοφροσύνην των Αυλικών οπού περιστοιχίζουν τον Κλαύδιον. Μέσα εις την γενικήν ηθικήν κατάπτωσιν η ενάρετος ψυχή του δεν εύρισκε παρηγορίαν ειμή πλησίον εις τον γενναίον και αδιάφθαρτον ηγεμονόπαιδα, τον οποίον ενόμιζε προωρισμένον να ανορθώση την πεσημένην πατρίδα· αλλ' όταν βλέπει ότι απαισία Μοίρα εξολοθρεύει αδιακρίτως τους καλούς και τους κακούς, τους ενόχους και τους αθώους, θέλει τότε και αυτός να εγκαταλείψη τον κόσμον, οπού και αυτό του το πρακτικόν πνεύμα δεν δύναται να πράξη ουδέ το σχετικόν καλόν μένει εις την ζωήν μόνον διά να δικαιώση έμπροσθεν των ανθρώπων την μνήμην του ατυχούς φίλου του.

 
32

Τα λοιπά πρόσωπα όχι μόνον δεν σηκώνονται ουδέ μίαν γραμμήν υπεράνω της εποχής των, αλλά συναποτελούν όλα σύμπλεγμα προωρισμένον από τον ποιητήν να την παραστήση εις τα κυριώτερα γνωρίσματά της, οποίαν την χαρακτηρίζει ο Αμλέτος όταν λέγει·

'ς το πάχος των ασθματικών αυτών καιρών μας πρέπ' η Αρετή και αυτή να παίρνη της Κακίας συγχώρεσιν, και, όταν θέλη να της κάμη καλό, την άδειαν να ζητή σκυμμένη εμπρός της.

Όλοι κυριεύονται από τυφλήν φιλαυτίαν και ζουν αφρόντιστοι και ευτυχισμένοι εις την βιωτικήν απόλαυσιν· η παχυλή εκείνη ατμοσφαίρα τους χωρίζει από τον καθαρόν ορίζοντα ανωτέρας πνευματικής και ηθικής ζωής· όλοι είναι κατά διαφόρους βαθμούς διεφθαρμένοι, όλοι γίνονται ένοχοι και, είτε εν γνώσει είτε εν αγνοία, συνεργούν ώστε το Αγαθόν να εξαφανίζεται και το Κακόν να επικρατήση· και, αν που υπάρχει ευγενής προαίρεσις, παρασύρεται και αυτή από το ακράτητον ρεύμα, αφαρπάζεται από τον σφοδρόν στρόβιλον της κοινής διαφθοράς.

Η απ' αρχής αγαθή και άπλαστος φύσις της Γελτρούδης από αδυναμίαν και ηδυπάθειαν εμπλέκεται εις τας σατανικάς παγίδας του Κλαυδίου, και τόσον ασυνειδήτως ώστε δεν έρχεται εις συναίσθησιν της άθλιας ηθικής καταστάσεώς της ειμή όταν η συμπαθής και πυρωμένη γλώσσα του υιού της εξυπνά την κοιμωμένην συνείδησίν της και την φέρει, αν και πολύ αργά, εις την οδόν της μετανοίας.

Ο χαρακτήρ του Λαέρτου δεν στερείται ευγενείας· διά τούτο μόνος μεταξύ των Αυλικών αυτός έχει την συμπάθειαν του Αμλέτου· αλλά ο έμφυτος ιπποτισμός του εξαχρειόνεται από τα στρεβλά ηθικά δόγματα της εποχής του, εις την οποίαν η τυφλή φονική ανταπόδοσις ήταν κανών ανώτερος παντός ηθικού νόμου. Ο Λαέρτης αποτελεί εκφραστικήν αντίθεσιν προς τον Αμλέτον· είναι η ενσάρκωσις της προσωπικής εκδικήσεως, η οποία δεν έχει δισταγμούς αλλά

 
συνείδησιν και χάριν παραδίδει 'ς τα βάθη της φρικτής Αβύσσου.
 
33

Εις τον Κλαύδιον έχομεν καθολικήν την αντίθεσιν, έχομεν την θετικήν αναίρεσιν του Ιδανικού. Το αφίλαυτον είναι η δόξα του Αμλέτου, η απάνθρωπος φιλαυτία είναι το όνειδος του Κλαυδίου. Καθώς εις τον Αμλέτον βλέπομεν πόσον η πράξις είναι δύσκολος, πόσα παρουσιάζει προβλήματα, αν θα ανταποκριθή εις τας απαιτήσεις του Ανωτέρου Λόγου και της Συνειδήσεως, ούτως εις τον Κλαύδιον βλέπομεν πως η έλλειψις των θείων τούτων δυνάμεων αφαιρεί οιονδήποτε ψυχολογικόν πρόσκομμα εις την οδόν της ενεργείας. Ο Αμλέτος απρακτεί ή διακόπτει την έναρξιν της πράξεως, και οι λόγοι και της απραξίας του και των δισταγμών του είναι δυσδιάγνωστοι ακριβώς διότι είναι απρόσωποι, διότι απορρέουν από την βαθείαν καθολικήν ιδέαν του Αγαθού και του Αληθούς· ο Κλαύδιος ενεργεί δραστηρίως και αδιαλείπτως προς έναν σκοπόν, και οι λόγοι της ενεργείας του είναι διαφανείς, διότι είναι ατομικοί, διότι υπαγορεύονται από τον κοινόν νουν, από το στενόν πνεύμα της αυτοσυντηρήσεως. Βασανίζεται και ο Κλαύδιος εσωτερικώς και μαρτυρεί την ύπαρξιν της συνειδήσεως εις τον άνθρωπον, αλλά ο έλεγχος λαμβάνει εξωτερικήν αφορμήν, προέρχεται από τον τρόμον τον οποίον γεννούν εις την ψυχήν του μυστηριώδεις, ανεξήγητοι δι' αυτόν εξωτερικαί εμφανίσεις ως προμηνύματα τρομεράς τιμωρίας. Αλλά το φοβερόν τούτο προαίσθημα, αντί να τον σταματήση εις την κακούργον πορείαν του, τον κεντά να προχωρήση.

34

Πρώτη έρχεται να τον ταράξη η λύπη και η βαρυθυμία του Αμλέτου, εν τω μέσω της πομπής με την οποίαν αυτός πανηγυρίζει τον γάμον του, ως διά να θαμπώση τους οφθαλμούς του κόσμου ώστε να μη προσηλωθούν εις την ασεβή ανομίαν· κατόπιν αμέσως τον ανησυχεί περισσότερον η πλαστή παραφροσύνη την οποίαν αυτός με αλάνθαστον οξυδέρκειαν εξηγεί ως πρόσχημα εχθρικής προς αυτόν διαθέσεως. Δι' να εμβαθύνη εις το μυστήριον της ψυχής του Αμλέτου, διά να παρακολουθήση όλα του τα κινήματα, προσκαλεί άλλοθεν δύο νέους εις τους οποίους ο Αμλέτος με το θάρρος της φιλίας, οπού παιδιόθεν τους συνδέει, δύναται να ανοίξη την καρδίαν του ευκολώτερα παρά εις τους κατασκόπους της Αυλής· όμως η στενή διάνοια του Κλαυδίου δεν προβλέπει ότι τοιούτον τέχνασμα θα συντριβή εις την διορατικήν δύναμιν και εις το λεπτόν αίσθημα του αντιπάλου του. Η πρώτη αυτή αποτυχία αυξάνει τους φόβους του και ταράττει την ένοχον συνείδησίν του· ο Κλαύδιος καθαρά βλέπει ότι ο Αμλέτος

κάτι μέσα τρέφει, οπού η βαθειά κλωσσά μαυρίλα της ψυχής του. και, όταν

ανοίξη και πτερώση αυτό, φοβούμαι μη κίνδυνον μάς φέρη.

και χωρίς να χάση καιρόν αποφασίζει να τον στείλη εις την Αγγλίαν, βεβαίως με τον απόκρυφον σκοπόν να τον παραδώση αυτού εις άφευκτον θάνατον.

35

Και ενώ αναπαύεται εις την πεποίθησιν ότι το δεύτερον τούτο κακούργημα θα του αποδώση την ησυχίαν, έξαφνα βλέπει με φρίκην την εικόνα του πρώτου κακουργήματός του εις την σκηνικήν παράστασιν· εις την ανεξήγητον αποκάλυψιν αισθάνεται το Θείον οπού θα εφώτισε τον ορφανόν του δολοφονημένου αδελφού του. Από εκείνην την στιγμήν βλέπει να κρέμεται επάνω εις την κεφαλήν του της Θείας Δίκης η ρομφαία· ζητεί να την απομακρύνη με την προσευχήν, να εξιλεωθή με τον Θεόν αλλά αισθάνεται ότι τα δεσμά της κοσμικής απολαύσεως του έχουν υποδουλώση τόσον την ψυχήν, ώστε δεν είναι επιδεκτική μετανοίας·

Πώς είναι δυνατόν την άφεσιν να λάβη κείνος 'πού τον καρπόν κρατεί του

εγκλήματός του;

Ακολουθεί τον δρόμον του και προετοιμάζει δραστηρίως την αναχώρησιν του Αμλέτου· αλλά η συναπάντησις τούτου με την μητέρα του γεννά νέον απροσδόκητον περιστατικόν, οπού θα δεινώση την θέσιν του Κλαυδίου. Δεν λυπείται διά τον θάνατον του εμπιστευμένου του Αυλικού, μόνον ανατριχιάζει με την ιδέαν ότι αυτός ο ίδιος ημπορούσε να ευρεθή εις την θέσιν εκείνου και να πέση φονευμένος, διότι καλώς εννοεί τι ηθέλησεν ο Αμλέτος όταν έσπρωξε το ξίφος εις την αυλαίαν. Βλέπει την ζωήν του εις άμεσον κίνδυνον, και ήθελε καταδικάση αμέσως τον Αμλέτον ως φονέα, αλλ' απαντά πρόσκομμα ακατανίκητον εις την συμπάθειαν του λαού και εις την μητρικήν αγάπην της Γελτρούδης· όθεν ενεργεί πυρετωδώς διά να αποπέμψη τον Αμλέτον· μετά την αναχώρησίν του, εις την παραζάλην του τρόμου η αναμμένη φαντασία του στρέφεται προς τον Βασιλέα της Αγγλίας· εις την νοεράν προσφώνησιν μεταχειρίζεται και τον εκφοβισμόν και την ικεσίαν, καθώς βασανίζεται από την ανησυχίαν, μήπως εκείνος δεν θελήση να εκτελέση την φονικήν παραγγελίαν την περιεχομένην εις τα σφραγισμένα γράμματα.

36

Αλλά μόλις ελευθερώθη από την παρουσίαν του ανθρώπου, οπού ως θέρμη τηκτική μανίζει μέσα εις το αίμα του, νέος άκρος κίνδυνος τον ευρίσκει· παρ' ολίγον πίπτει θύμα αδίκου εκδικήσεως, του Λαέρτου, ο οποίος εις αυτόν αποδίδει τον φόνον του πατρός του, διότι ο Κλαύδιος εις την μεγάλην αδημονίαν του είχε κάμη το λάθος να τηρήση τον φόνον μυστικόν και να θάψη απόκρυφα τον νεκρόν. Και όταν με πολλήν δεξιότητα και αταραξίαν κατώρθωσε να σώση τον εαυτόν του από την οργήν του Λαέρτου, η απροσδόκητος επιστροφή του Αμλέτου τον επαναφέρει εις την πρώτην αδιέξοδον θέσιν. Διά μίαν στιγμήν ο νους του πάσχει αληθή τραυλισμόν, καθώς φαίνεται εις τας ατόπους προς τον Λαέρτην ερωτήσεις του· αλλά η κρίσιμος στιγμή ακονίζει τας διανοητικάς του δυνάμεις· φοβισμένος από την αποτυχίαν του πρώτου φονικού σχεδίου εφευρίσκει αμέσως άλλο συνθετώτερον, εις το οποίον έχει πλήρη πεποίθησιν, διότι εις αυτό συντρέχουν δύο δολοφόνα αλάνθαστα μέσα, και διότι τοιούτος φόνος θα φανή έργον της τύχης και δεν θα γεννήση καμμίαν υποψίαν ουδέ εις αυτήν την μητέρα του Αμλέτου· με υπέροχον τέχνην καλλιεργεί το πάθος της εκδικήσεως εις την ψυχήν του Λαέρτου διά να τον παρασύρη εις άνανδρον δολοφονίαν, και αληθής αντιπρόσωπος της εποχής του αναβιβάζει την εκδίκησιν εις αξίωμα·

τόπος ουδ' ιερός δεν πρέπει να φυλάξη δολοφόνον· να έχ' η εκδίκησις δεν πρέπει περιορισμόν.

Αλλά και το νέον τούτο σχέδιον ολίγον έλειψε να ανατρέψουν άλλα απρόβλεπτα συμβάντα· η Οφηλία πνίγεται· ο Κλαύδιος, ο οποίος εκοπίασε τόσον διά να ημερώση την οργήν του Λαέρτου, φοβείται μήπως ο θάνατος της Οφηλίας τον εξαγριώση πάλιν και τον σπρώξη εις φανεράν βίαν εναντίον του Λαέρτου· και μόλις ο Κλαύδιος κατώρθωσε να τον σωφρονίση, νέος παρουσιάζεται κίνδυνος αυτομάτου καταστροφής, η συμπλοκή του Αμλέτου και του Λαέρτου εις τον τάφον της Οφηλίας· αλλά και ο κίνδυνος τούτος απομακρύνεται· ο Αμλέτος συμφιλιόνεται με τον Λαέρτην, δέχεται τον αγώνα της ξιφασκίας, τα πάντα εξωμαλύνθησαν και ο Κλαύδιος απέκτησε την πεποίθησιν ότι πλησιάζει η ποθητή ώρα της ησυχίας·

Της γαλήνης την ώραν σύντομα θα ιδούμε.

37

Αλλ' αν και εδυνήθη να υπερνικήση τόσας δυσκολίας, να προσπεράση τόσα προσκόμματα, να σωθή από τόσους κινδύνους, πάλιν το τελευταίον τούτο σχέδιόν του, τόσον προνοητικώς διωργανισμένον, παθαίνει φοβεράν στρέβλωσιν και φέρει τελικήν απροσδόκητον λύσιν. Η τελευταία τούτη αποτυχία προέρχεται από στενήν διάνοιαν μη ικανήν να εμβαθύνη εις τα ιδιώματα των άλλων. Το σύνθετον στρατήγημα του Κλαυδίου, το φαρμακωμένο ποτήρι και το φαρμακωμένο ξίφος, ήθελεν επιτύχη, αν ο Αμλέτος ήταν τόσον ανύποπτος και άκακος, αν ο Λαέρτης ήταν τόσον άκαρδος και αχρείος, όσον ενόμισεν ο Κλαύδιος· αλλά ο Αμλέτος ευλόγως υποπτεύεται το ποτήρι οπού του προσφέρει ο δηλητηριαστής του πατρός του· ο Λαέρτης, πρωτόπειρος εις τα εγκλήματα, αισθάνεται την θέλησίν του να κλονίζεται εις την στιγμήν της εκτελέσεως· εις την συνείδησίν του εγεννήθησαν δισταγμοί οι οποίοι απ' αρχής εξασθενίζουν ανεπαισθήτως την ορμήν του εις τον αγώνα, και, όταν προκαλούμενος από τον Αμλέτον αποφασίζει να τον κτυπήση, τον λαβόνει τόσον ελαφρά, ώστε συμβαίνει να ζήση ο Αμλέτος αρκετήν ώραν διά να μάθη τα πάντα από το στόμα της Γελτρούδης και του Λαέρτου, και να προφθάση να θανατώση τον Κλαύδιον με τα δύο φονικά όργανα τα οποία τούτος είχεν επινοήση. Η σατανική μηχανή δεν υπακούει εις την θέλησιν του εφευρέτου, ενεργεί ως τι έμψυχον και αυτόβουλον, και ανοίγει έξαφνα την άβυσσον έμπροσθέν του. Αλλά και εις αυτό το χείλος της αβύσσου ο Κλαύδιος ακόμη ελπίζει, μένει κύριος του εαυτού του, ατάραχος, χάριν της σωτηρίας του· διά να μη προδώση το ήδη σαλευόμενον σχέδιόν του, όταν η Γελτρούδη πίνει από το φαρμακωμένο ποτήρι, δεν επιμένει να την εμποδίση και γίνεται δολοφόνος του μόνου πλάσματος το οποίον αγαπούσε εις τον κόσμον· και όταν ολόκληρον το νέον κακούργημά του εξεσκεπάσθη και ο Αμλέτος τον πληγώνει, ο Κλαύδιος πιάνεται ακόμη σπασμωδικώς από την ζωήν, ζητεί βοήθειαν, ίσως με την μωράν ελπίδα ότι η θανατηφόρος αλοιφή του ξίφους, αφού εβάφη ήδη δύο φοραίς εις το αίμα, του Λαέρτου και του Αμλέτου, έχασε την δύναμιν της, ώστε αυτός, ο αληθής ένοχος, να επιζήση μόνος.

38

Εάν από την ψυχολογικήν μελέτην των προσώπων μεταβώμεν εις την εξέτασιν της ηθικής σημασίας του Δράματος, ευρίσκομεν ότι η εξωτερική αυτού λύσις πραγματοποιεί την ανόρθωσιν του ηθικού νόμου. Από την εμφάνισιν του Πνεύματος, το οποίον αποκαλύπτει το μυστήριον του εγκλήματος, έως εις την στιγμήν της φοβεράς τιμωρίας, φαίνεται μία μυστηριώδης Δύναμις, η οποία υπεράνω της ανθρωπίνης θελήσεως, υπεράνω των ανθρωπίνων σκέψεων και ενεργειών, και μάλιστα αντιθέτως προς αυτάς, διευθύνει την φοράν των πραγμάτων εις το προσδιωρισμένον τέρμα. Ως διά να αποδειχθή καθαρώτερα η παντοδυναμία της Νεμέσεως, εκλέγεται ως κύριον όργανον της αποφασισμένης τιμωρίας άτομον ακατάλληλον προς τοιαύτην ενέργειαν και αναγκάζεται να παλαίση και προς την ιδίαν φύσιν του και προς την δοκιμασμένην πανουργίαν και την άκαρδον μοχθηρίαν του ενόχου. Και μ' όλον τούτο η διστακτική στάσις και η απραξία του Αμλέτου, η προερχομένη από ενδόμυχον αποστροφήν προς την άχαριν αποστολήν, εις την οποίαν τον έχει προορίση η Νέμεσις, καθώς και η πυρετώδης ενέργεια του Κλαυδίου, η εμπνεομένη από ταραγμένην συνείδησιν και από τον τρόμον της τιμωρίας, ενώ φαίνεται ότι ατάκτως αντισταυρόνονται και τυφλώς αντενεργούν εις την μοιρόγραπτον καταστροφήν, απ' εναντίας την επιταχύνουν. Ο Αμλέτος με την προσποιητήν παραφροσύνην γεννά την υποψίαν του Κλαυδίου, με την σκηνικήν παράστασιν της βασιλοκτονίας την ενισχύει, με τον φόνον του Πολωνίου αποκαλύπτει εις τον Κλαύδιον τον αληθή σκοπόν του, ανάπτει εις τον Λαέρτην το φιλέκδικον αίσθημα και δίδει εις τον Κλαύδιον κατάλληλον συνεργόν της φονικής μηχανορραφίας του, με την αναχώρησίν του αφίνει εις τον Κλαύδιον καιρόν να την διοργανίση, τέλος πάντων με την απαθή διάθεσίν του προσφέρεται εις την επίβουλον μονομαχίαν· ο δε Κλαύδιος, ενώ στρέφει επιτυχώς όλα τα απρόοπτα συμβάντα προς ίδιον όφελος, τα βλέπει έξαφνα να αντιστραφούν εναντίον του ακριβώς εις την στιγμήν οπού με τον θάνατον του εχθρού του ενόμιζε εξασφαλισμένην την σωτηρίαν του. Εις τον τρομερόν όλεθρον συμπεριλαμβάνονται ο Αμλέτος και η Οφηλία, διότι η αδυσώπητος Νέμεσις, η οποία εκαταδίκασε ολόκληρον την αμαρτωλόν εκείνην γενεάν, αδιαφορεί εάν εις τον ανορθωτικόν αγώνα συντρίβεται και μία καρδία ευγενεστάτη, ως εκείνη του Αμλέτου, και πίπτει εις τρίμματα ένα άλλο εκλεκτόν σκεύος, ως η Οφηλία. Και τα δύο αυτά πλάσματα δεν ήταν δυνατόν να ζήσουν και να βασιλεύσουν εκεί οπού έζησαν και εβασίλευσαν ένας Κλαύδιος και μία Γελτρούδη· πρέπει να εγκαταλείψουν τον τραχύν αέρα αυτού τον κόσμου διά να μεταβούν εκεί, οπού θα τους φέρουν αγγέλων πτέρυγες και ύμνοι.

 
Купите 3 книги одновременно и выберите четвёртую в подарок!

Чтобы воспользоваться акцией, добавьте нужные книги в корзину. Сделать это можно на странице каждой книги, либо в общем списке:

  1. Нажмите на многоточие
    рядом с книгой
  2. Выберите пункт
    «Добавить в корзину»